Εβρεχε και γλιστρησα στην λεία σα γλόμπο αρχαια πετρα του καλντεριμιου πισω απ το μαγαζι τ μπαρμπα - Κωστα. Ποσα παπουτσια; ποσα τσαρουχια; ποσα πεταλα αλογων, ποσες γενιες την λειαναν; Εβρεχε κι εσταζε τ αταβανωτο σπιτι, βαζαμε τη λεκανη, σάπισε το μαδερι, επεσε την ωρα που τρωγαμε μπρος στο τζακι.. Ποσες σταγονες το σαπισαν; Απ το 1922 χτισμενο με λεφτα που φερε ο παππους απ το φαρ ουεστ που δούλευε στους σιδηροδρομους ... Σταγόνες , χειμωνες, λιτρα, κυβικα, δρολαπια, καταιγιδες, ψιχαλες της ανοιξης.. Εβρεχε και κολλησα το μουτρακι μου στο τζαμι, γονατιστος στο μαυροκοκκινο στρωσιδι του κρεβατιου.. "Δακρυα" κατεβαιναν και μουσκευαν το στοκο στηριξης, Μες το "δακρυ" του τζαμιου διαθλωνταν η αυλη, οι γλαστρες, μια κοτα με δυο κεφαλια, ο γειτονας με τεσσερα χερια και μετα με ενα.. Ποσα δακρυα; ποσα μουτρακια κοιταξαν αο αυτο το τζαμι; Εβρεχε, εκλεισε η Μαραμπου δεν ειχα φροντισει για υπνο, κατεβηκα την οδο Κακαβιας, ενας μοναδικος ταξιτζης στα Καραπανεικα μου πε
Πηγαίος Στέλιος Φούντας