Ειχε βγάλει τη μασέλα του,
την εβαλε σ ενα ποτηρι με corega tabs
μυριζε σκορδαλια το σπιτι,
ηταν ο τελευταιος των ηρωων μου.
-Σε περιμενα νωριτερα..
-Μας κρατησε ο Δημαρχος, εθιμοτυπικα μετά την παρέλαση για καφε.
-Εφαγες;;
-Οχι, αλλα δεν ηρθα για φαγητο.
-Εμεινε λιγο φαγητο, είναι στο φουρνο.
Ξαπλωσε με τα ρουχα της γιορτινης μερας..
Ησυχια, μονο το πηρουνι μου ακουγοταν..
-Σημερα, αυριο θα πεθανω..
Τον άκουγα με προσοχη..
"δε θα με θυμάται κανείς, ούτε το καντηλι μου θ ανάβει ποτέ"
Χηρος απο πενταετιας, παιδιά δεν ειχε, ηταν ακληρος.
Καθαρο το σπιτι, άδειος ο νεροχύτης, χωρίς φύλλα η αυλη του, πλυμενα και σιδερωμένα τα ρουχα, ξαραχνιασμενο το ταβανι..
-Εχει και κρασι στο ντουλαπι, κατ' εβγαλα φετος απ τ αμπελι μου..
Σηκωθηκα, με σερβιρα.
-Βιβα, χρονια πολλα για τη μερα..
-Βιβα, γι αυτο σ ηθελα, για τη μερα, τη γιορτη την επετειο, τους ηρωες...
Από τότε που εμεινα μονος βλεπω πολλη τηλεοραση, κλεινουν νωρις τα καφενεια, ερημωσε το χωριο, μαζεύομαι νωρις εχω και το νοικοκυριο να κάνω..
Ειχα τελειωσει το φαγητο,
μαζεψα το πιατο μου..
Με σταματησε.
-Μη τα πλύνεις, κανω ολες τις δουλειές πια..
-Είσαι γενναιος.. (Τι να του πω;)
-Τρίχες είμαι, κανεις δεν ασχολειται με το δικο μου αγώνα..
Στην τηλεοραση καθε μερα μου πασσαρουν ηρωες..
-Σταρ ειναι, εχουμε καπιταλισμο,
ο,τι πουλαει δειχνουν,
ο, τι ειναι εμπόρευμα..
-Ουλη την ωρα, καθε μερα κι απο ενας ηρωας κι απο κοντα ομως κι οι αλλοι που λενε οτι ειναι εναντια στο συστημα...
Σηκωσε να τραβηξει την κουρτίνα για τον ήλιο τ απογευματος που τον χτυπουσε στα ματια.
Έβλεπε δυτικα το παράθυρο του..
Προλαβα να δω τον πρωιμο κηπο του, τολμηρός δε φοβήθηκε τις παγωνιες του Μαρτιου, ειχε φυτεψει απ ολα.
Με κατάλαβε.
-Αυριο θα βαλω τα καλαμια.. να χουμε να τρωμε τουλαχιστον.
Επανηλθα στην προηγούμενη σκεψη του.
-Κι κουρτίνα αμυνεται στον ηλιο,
αλλα υπαρχει λογω του ήλιου,
κι οι αντιπαλοι λοιπον του συστηματος εξαρτωνται απ αυτο..
Παραγουν ηρωες,
επετειους ν ανταγωνιστουν το συστημα..
-Ητανε μια γυναικα Στελιο, εδώ παρακατ'
δε παντρεύτηκε ποτε,
δουλευε εφτα στρέμματα καπνο μοναχη της, ποτιζε με το τρακτέρ τ ανιψιου της,
αλλά μοναχη της κουβαλαγε σωληνες, φυτευε, αρμαθιαζε..
Ασπρισμενο το σπιτι της,
αγοραζε μονη της τα λιπασματα,
με το μεσιτη τσακωνονταν,
κουβαλαγε παιχνιδια στα παιδια στο σχολειο, σ οποιον χωριανο εμπαινε νοσοκομειο πήγαινε επίσκεψη..
-Την πρόλαβα;
-Δε νομιζω..Πεθανε προτου γεννηθεις..
Κι άργησαν να τη βρουν..
Δεν ελειψε σε κανέναν μες τη μερα, την Κυριακη απορησε ο παπάς που δεν πηγε εκκλησία,
ηταν απ την Παρασκευή πεθαμενη..
Ουτε θυμαμαι που την εθαψαν, ουτε θυμαμαι πώς την λεγαν στο μικρο της..
Καποτε να ψαξεις γι αυτην..
Για τέτοιους ανθρώπους έπρεπε να λεει η τηλεόραση ή οσοι ψαχνουν ηρωες..
-Δεν πουλαει μπαρμπα, δεν πουλάει..σηκωθηκα,
και του χρονου μπαρμπα,
καλό βραδυ, σουρουπωσε..
-Καλο βραδυ , τραβα την πόρτα, δε θα κλειδωσω,
ποτε δεν κλειδωνω, δε φοβαμαι..
Δε κλειδωνε κι η Θεοδώρα,
Θεοδώρα τη λεγανε το θυμήθηκα και μπηκε εύκολα η γειτονισσα και την βρηκε με τα ρουχα της ξαπλωμένη,
"Μαλλον κατα το σουρουπο πεθανε",
είπε ο Αστυνομος απ την Κατουνα..
"Φοράει τα ρουχα της μέρας"
Καληνύχτα Στελιο.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου