Άκριτες, ξωμάχοι,
η ζωή σε μια μόνιμη ετοιμότητα πολέμου..
Η ζωή ως πόλεμος,
η ζωή είναι αγώνας!!
Η βασική παιδεία των χωριών μου όταν ήμουν παιδί.
Ο εκφυλισμός σήμερα μετέτρεψε την αγωνιστική ετοιμότητα σε διεκδίκηση, σε συνδικαλισμό..
σε γλοιώδη παρακάλια απ το κράτος υπό το φερετζε της δικαιοσύνης..
-τράβα στη Βάβω στο χωριό,
μπήκε η σύνταξη του ΟΓΑ,
πάρε ένα χιλιάρικο να βάλουμε πετρέλαιο να ποτίσουμε,
μαραγκιαστηκε, κάηκε η Διμανιου..
( 6 στρέμματα καπνοχωραφο το μισο της ετησιας καλλιέργειας)
- Τώρα πατέρα;
- Να πεσ'νε τ απόσκια, μη καείς κι εσύ.
Κατά τις εφτά τ απόγευμα που ο ήλιος δύει ξεκίνησα.
Γλίτωνα αρμάθιασμα,
απογευματινό μάζεμα καπνού
, κέρδιζα βόλτα στο χωριό,
γλυκό κυδώνι απ τη Βαβά,
ελευθερία..
Μια βίτσα για κάνα φίδι
τραγούδι δυνατό μες τη μοναχική μου οδοιπορία..
Θόρυβος αυτοκινήτου ξαφνικά,
κρύφτηκα μες τα βάτα..
Ήταν εθιμικό ο εποχούμενος σταματούσε να πάρει τον πεζό..
Όχι για ξεκούραση, αλλά για ταχύτητα!!
Ο χρόνος ήταν χρήμα!!
Ποιο χρήμα;;
Χρήμα είχε η Βάβω με 1650 δραχμές σύνταξη..
Ο χρόνος, ο καιρός ήταν ο βραχνάς.
Τίποτα δεν περίμενε τον ξωμάχο,
δε δαμαζόταν τα κύματα του χρόνου..
Όχι του ημερολογίου,
των γενεθλίων,
της πρώτης ρυτίδας..
αυτά είναι παιδική χαρά.
Ο χρόνος ο καθοδηγούμενος απ τους φυσικούς νόμους ειναι άτεγκτος..
Άτεγκτα τα φυτά του καπνού πίεζαν..
Πότισμα!! Νερό!!
Κυνικά καύματα του Ιουλίου.
Πέρασε το πράσινο ντατσουν, ξαναβγήκα σαν αγρίμι..
Ο ήλιος χανόταν,
ρίγανη, θυμάρι και δάφνη υπό την προηγηθείσα απογευματινή ηλιοφάνεια και θερμοκρασία αντιδωριζαν την ατμόσφαιρα με αιθέρια αρώματα..
Χτύπησα με τη βίτσα τα φύλλα μιας δάφνης..
το άρωμα πολλαπλασιάστηκε..
Γύρισα τη μπλούζα,
σκέπασα το πρόσωπο μου
απομίμηση σκότους ιερού Δελφών και με ιεροπρέπεια φώναξα:
- Η σύνταξη του ΟΓΑ θα σώσει τη Διμανιου!!
Είχα φτάσει στ Γιωργανα τα χωράφια.
Ο μαΐστρος κι η Αμβρακία έμειναν πίσω..
Το χαζολοι τελείωνε,
έπρεπε να γυρίσω με το χιλιάρικο,
να προλάβουμε να πάμε Κουβαρα με τα μπιτόνια,
να βάλουμε πετρέλαιο,
να πάμε στη Διμανιου,
να στήσουμε το δίκτυο,
να μεταφέρουμε την αντλία,
να περιμένουμε την παγαδα (άπνοια),
να ποτίσουμε το χωράφι
να μην ξεραθεί ο καπνός και δε σηκώνει κιλά..
και να...και να..
Υπήρχαμε υπό την ανάγκη.
- Πώς κι ηρθες;; Επαθατε τίποτα.;;
-όχι Βάβω.... μου πε ο πατέρας μου να μου δώσεις ένα χιλιάρικο..
Πριν τελειώσω εβαλε το χέρι στον κόρφο της..
Παραμάνα, υφασμάτινο πουγκί..
-Πάρε, την Αμουτσα την τελειώσατε;;
Ποιο χερι μαζευετε;
Ε σεις τα παιδιά βοηθάτε ή πτσαρολογατε;
Τράβα τώρα, περιμένει ο πατέρας σου..τι χαζεύεις;;.
Θα ρθω κι εγώ της Αγίας Παρασκευής
-έχεις νερό Βάβω;;
- να σ βάλω και μια κουταλιά γλυκό και να φύγεις
νύχτωσε..
λεφτά κουβαλάς..
Γευστικά ανανεωμένη η χρηματαποστολή STELIOS MONEY TRANSFER ξεκίνησε την επιστροφή της..
Μια καλή χρηματαποστολή πρέπει να έχει μπερδεμενα δρομολόγια να αποτρέπει τους επίδοξους ληστές.
Δε πήρα τον ίσιο δρόμο..
Απ τα Χερουλακια έναν αρχαίο δρόμο όσο κι η τραγωδία!!.
Παλιούρια, ασφακες,
αράχνες σε έκθεση υφαντικής τέχνης..
Σπερδουκλια..
και νύχτωνε.. νύχτωνε..
Σαν αγριογιδο έβλεπα το στόχο,
το σπίτι στην Αμβρακία,
αλλά φράγματα βλάστησης και φόβου υψώνονταν μπροστά μου..
Αλλάζω λεβελ θυμού, γινατιού κι αγωνιστικότητας
Πετάω τη λεπτή βίτσα,
με νύχια και με δόντια κόβω καινούρια αγριλίσια..
Σκίζω τα εμπόδια,
πατάω με μίσος πουρνάρια,
χαλάω φράχτες και περιφράξεις
μνημεία της ιδιοκτησίας..
Περνάω απ το ρέμα της Κινης
εκεί που κατά παράδοση έχει διαόλους και δαιμόνια..
Ξεμπουκαρα στο Δεντρο, πριν το Γιοφύρι..
Έβγαλα τη γλώσσα στα έξι στρέμματα στη Διμανιου .
Μπήκα σπίτι.
-πάρε τα μπιτόνια και τράβα Κουβαρα με το μπαρμπα Βαγγέλη..
Αργεί να κλείσει το πρατήριο..
Δώδεκα το βράδυ,
παρέα με το Σείριο,
το Βέγα και τον Αλδεβαραν
ξεδιψούσαμε εγώ και χιλιάδες καπνοριζες..
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου