Η βροχή ξεπλένει τους λεκέδες της ιστορίας. Δε τρόμαξα ποτέ απ την βροχή. Ακόμη κι όταν με τρόμο άκουγαν τα μπουμπουνητα το καλοκαίρι κι έτρεχαν να σκεπασουν τις λιαστρες και μαυριζε ο ουρανός κι αφριζε το πέλαγο! Εκτελουσα πιστά τις οδηγίες, υπάκουος στον πανικό της βιοπαλης, στους αναστεναγμους της μάνας, στην αγωνία του πατρός.. Εκτελουσα κουβαλώντας νάιλα, πανια, στρωσίδια, εφτιαχνα αντερειδες αυτοσχεδιες, στηρίγματα στο χώμα που μυριζε ήδη από τις πρώτες σταγόνες.. Κάθε χοντρή σταγόνα που έπεφτε στους ωμους μου σα δευτερόλεπτα χρονομετρου με παρκινσονικη επιτάχυνση ήταν μια υπενθύμιση της ρευστότητας της ιστορίας.. Και δυνάμωνε η βροχή, συσσωρευοταν το νερό, άθροιζοταν οι σταγόνες, οι ώμοι βρεγμένοι, ούτε ένα σημείο στεγνό στο βρώμικο μπλουζάκι, τα αφανοειδη μαλλιά αντιστάθηκαν, αλλά υπέκυψαν κι αυτά, κολλησαν στο κρανίο, και τα μπροστινά μαύρη φλοκάτη του μετώπου άγγιξαν τα φρύδια.. Με ναυτικό κόμπο έδεσα την τελευταία αντερειδα, μια τριχιά που μυριζε γιδιλα σε μια έφηβη κο
Πηγαίος Στέλιος Φούντας